Προσκαλώ στα δανικά

Μετάφραση: προσκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
invitere, indbyde, inviterer, opfordre, opfordrer
Προσκαλώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκαλώ

σε προσκαλώ, προσκαλώ συνώνυμα, προσκαλώ λεξικό, προσκαλώ μπομπονιερες, προσκαλώ συνωνυμο, προσκαλώ λεξικό γλώσσας δανικά, προσκαλώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • προσθέτω στα δανικά - addere, tilføje, befæste, tilføjelse, tilføj, føje, tilføjer
  • προσθήκη στα δανικά - Addendum, tillæg, tillægget, tillaeg, tillaegget
  • προσκείμενος στα δανικά - tilstødende, støder op, ved siden, støder, der støder op
  • προσκολλώμαι στα δανικά - klamre, klamrer, klamrer sig, cling, husholdningsfilm
Τυχαίες λέξεις
Προσκαλώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: invitere, indbyde, inviterer, opfordre, opfordrer