Προσπερνώ στα δανικά
Μετάφραση: προσπερνώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
overhale, indhente, overhaler, overtage, at overhale
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσπερνώ
προσπερνώ συνώνυμα, προσπερνώ συνώνυμο, προσπερνώ english, προσπερνώ λεξικό γλώσσας δανικά, προσπερνώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- προσπέλαση στα δανικά - angreb, adgang, adgangen, adgang til, aktindsigt, få adgang
- προσπαθώ στα δανικά - forsøg, teste, indsats, anstrengelse, prøve, forsøge, forsøger, ...
- προσποίηση στα δανικά - forstillelse, påskud, pretense, foregivende, forestillingen
- προσποιούμαι στα δανικά - foregive, foregiver, fingerer, hykle, at foregive
Τυχαίες λέξεις
Προσπερνώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: overhale, indhente, overhaler, overtage, at overhale
Μεταφράσεις: overhale, indhente, overhaler, overtage, at overhale