Λέξη: ψηλά

Σχετικές λέξεις: ψηλά

ψηλά sneakers nike air force 1 mid, ψηλά τα χέρια χίτλερ, ψηλά τακούνια, ψιλά γράμματα, ψηλά τα χέρια, ψηλά sneakers, ψηλά sneakers adidas, ψηλά αλώνια πάτρα, ψηλά στον ουρανό, ψηλά την χτίζεις την φωλιά, πιο ψηλά

Συνώνυμα: ψηλά

επάνω

Μεταφράσεις: ψηλά

ψηλά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
highly, high, aloft, up, tall, open

ψηλά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alto, elevado, alta, de alta, de alto

ψηλά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hoch, extrem, high, hohen, hohe

ψηλά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hautement, grandement, extrêmement, élevé, haut, haute, élevée, grande

ψηλά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
alto, elevato, alta, ad alta, di alta

ψηλά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
extremamente, alto, elevado, alta, de alta, elevada

ψηλά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
allemachtig, uitermate, uiterst, extreem, hoog, hoge, high, een hoge, van hoge

ψηλά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
очень, благосклонно, благоприятно, весьма, сильно, высоко, необычайно, высокая, высокий, высокого, высокой, высоким

ψηλά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
høy, høyt, høye, av høy, med høy

ψηλά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hög, höga, högt, med hög, stor

ψηλά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
erinomaisen, erittäin, korkea, korkean, suuri, korkealla, korkeat

ψηλά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
høj, højt, høje, high, stor

ψηλά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vysoce, velmi, vysoký, vysoké, vysoko, vysokým

ψηλά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dumnie, wielce, wysoko, wysoki, wysokiej, wysokie, wysoka

ψηλά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
magas, nagy, kiváló, a magas, jó

ψηλά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüksek, yüksekten, yüksek bir, yükseğe

ψηλά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сильно, високо, прихильно, високо-високо, вельми, висока, високий, вища

ψηλά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i lartë, lartë, të lartë, lartë të, e lartë

ψηλά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
високо, висок, висока, високото, с висока

ψηλά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
высокая, высокі

ψηλά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üsna, kõrgelt, kõrge, suur, suure, kõrged, kõrget

ψηλά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jako, podesno, visoko, visok, visoke, visoka, high

ψηλά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hátt, hár, há, mikil, nettenging

ψηλά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aukštas, didelis, aukštos, aukšto, didelės

ψηλά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
augsts, augstu, liels, augstas, augsta

ψηλά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
висок, високо, висока, високи, високата

ψηλά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mare, înaltă, ridicat, înalt, de înaltă

ψηλά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
visoka, visoko, visoke, high, visok

ψηλά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vysoký, vysoká, vysokú, veľký, vysoké

Στατιστικά δημοτικότητας: ψηλά

Τυχαίες λέξεις