Σεντόνι στα δανικά

Μετάφραση: σεντόνι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
blad, lagen, ark, arket, plade, plader
Σεντόνι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σεντόνι

σεντόνι στα αγγλικά, σεντόνι κότσιρας, σεντόνι οικοδομικής άδειας, σεντόνι πολεοδομίασ, σεντόνι μετάφραση, σεντόνι λεξικό γλώσσας δανικά, σεντόνι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σενάριο στα δανικά - skrift, scenario, scenarie, scenariet, situation
  • σεντούκι στα δανικά - bul, krop, stamme, torso, kuffert, legeme, bryst, ...
  • σεξ στα δανικά - køn, Sex, af køn, koen
  • σεξουαλικός στα δανικά - seksuel, seksuelle, seksuelt, sex
Τυχαίες λέξεις
Σεντόνι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: blad, lagen, ark, arket, plade, plader