Σκεπτικός στα δανικά

Μετάφραση: σκεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
eftertænksom, tankefuld, pensive
Σκεπτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκεπτικός

σκεπτικός κάφρος #3, σκεπτικός κάφρος, σκεπτικός κάφρος #3 – για μία ψήφο, σκεπτικός κάφρος #5 – φαρμακοβιομηχανίες, σκεπτικός κάφρος #6, σκεπτικός λεξικό γλώσσας δανικά, σκεπτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σκεπτικιστής στα δανικά - skeptiker, skeptisk, skeptiske, skeptic
  • σκεπτικό στα δανικά - ræsonnement, begrundelse, argumentation, begrundelsen
  • σκευοθήκη στα δανικά - skænk, skænk af, skænken, skænk i, sideboard
  • σκευοφύλακας στα δανικά - Sacristan, kordegn, kordegnen
Τυχαίες λέξεις
Σκεπτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: eftertænksom, tankefuld, pensive