Σπάσιμο στα δανικά
Μετάφραση: σπάσιμο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
brud, brud på, beskadigelse, knækker, går i stykker
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπάσιμο
σπάσιμο νησιωτικών δήμων, σπάσιμο νυχιών, σπάσιμο κωδικών wifi, σπάσιμο νερών, σπάσιμο δήμου λέσβου, σπάσιμο λεξικό γλώσσας δανικά, σπάσιμο στα δανικά
Μεταφράσεις
- σπάνια στα δανικά - sjældent, kun sjældent, sjældent er, sjælden
- σπάνιος στα δανικά - sjælden, sjældne, sjældent
- σπάταλος στα δανικά - waster
- σπέρμα στα δανικά - sæd, sædcelle, sperm, sædceller, sperma, sæden
Τυχαίες λέξεις
Σπάσιμο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: brud, brud på, beskadigelse, knækker, går i stykker
Μεταφράσεις: brud, brud på, beskadigelse, knækker, går i stykker