Λέξη: προστάτης
Σχετικές λέξεις: προστάτης
προστάτης οικογένειας, προστάτης βότανα, προστάτης συμπτώματα, προστάτης των γυναικών, προστάτης psa, προστάτης οικογένειας μειωμένη θητεία, προστάτης και διατροφή, προστάτης και βότανα, προστάτης ανδρών, προστάτης ανδρών συμπτώματα
Συνώνυμα: προστάτης
μπάρμαν, πάτρων, θαμώνας, πελάτης, στεγαστής
Μεταφράσεις: προστάτης
προστάτης στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
patron, protector, prostate, protector of, patron saint
προστάτης στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mecenas, defensor, guardián, protector, protector de, el protector, protectora, protector de la
προστάτης στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gürtel, beschützer, protektor, schutzeinrichtung, sponsor, gönner, hüter, förderer, förderin, verteidiger, mäzen, zwischenbau, Beschützer, Schutz, Schutzfolie
προστάτης στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gardien, mécène, protecteur, défenseur, patron, client, protection, de protection, protège, protectrice
προστάτης στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
difensore, protettore, protezione, protezione di, protector, di protezione
προστάτης στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
protetor, protector, protetor de, protector de, protetora
προστάτης στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beschermheilige, beschermheer, bewaker, beschermer, bewaarder, protector, folie, beveiliging
προστάτης στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шеф, покровитель, предохранитель, клиент, кинозритель, опекун, защитник, меценат, чехол, заступник, протектор, поборник, патрон, Protector, защитником, протектора
προστάτης στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
protector, vern, beskytteren, beskytter
προστάτης στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
protector, skydd, film, beskydd, folien
προστάτης στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vakioasiakas, suosija, puolustaja, vartija, suojelija, suojus, Protector, suojakalvo, suoja
προστάτης στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forsvarer, protektor, beskytter, beskyttelsesfilm, folie, beskyttelses
προστάτης στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obránce, protektor, ochránce, chránič, mecenáš, ochrana, Ochranné
προστάτης στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
opiekun, obrońca, patron, ochronnik, gość, mecenas, protektor, ochraniacz, protector
προστάτης στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
védnök, patrónus, védő, védelmezője, fólia, protector, védő fólia
προστάτης στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
koruyucu, Protector, koruyucusu, koruyucudur, koruması
προστάτης στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клієнт, протекційний, покровитель, патрона, заступницький, захисний, патрон, заступник, захисник
προστάτης στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mbrojtës, Mbrojtësi, Protector, Mbrojtësi i, mbrojtës i
προστάτης στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патрон, предпазител, защитник, протектор, покровител, закрилник
προστάτης στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апякун, абаронца
προστάτης στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
patroon, klient, kaitsja, protector, kaitse, kaitsekork, kaitsmega
προστάτης στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zaštitnik, gospodar, namjesnik, pokrovitelj, patron, regent, klijent, Protector, zaštitnika, štitnik, zaštitnica
προστάτης στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verndari, Protector
προστάτης στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
patronus
προστάτης στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gynėjas, apsauga, saugotojas, Raštas, saugiklis
προστάτης στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sargs, aizstāvis, aizsargs, Protector, aizsargplēve, aizsargu
προστάτης στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
заштитник, заштитникот, заштитничка
προστάτης στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
apărător, protector, de protecție, protectorul, protecție la, protector de
προστάτης στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zaščitnik, protector, ščitnik, zaščitnika, ščitnik za
προστάτης στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
protektor, chránič
Στατιστικά δημοτικότητας: προστάτης
Τυχαίες λέξεις