Στίξη στα δανικά

Μετάφραση: στίξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tegnsætning, tegnsætningstegn, skilletegn, tegnsætningen
Στίξη στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στίξη

στίξη λεξικό, στίξη εισαγωγικά, στίξη κόμμα, η στίξη, βασεόφιλη στίξη, στίξη λεξικό γλώσσας δανικά, στίξη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • στίγμα στα δανικά - plet, punkt, top, prik, stigmatisering, stigma, stigmatiseringen, ...
  • στίζω στα δανικά - speckle, pletter, af pletter, pletdannelse
  • στίχος στα δανικά - vers, digtekunst, verset, v
  • σταγόνα στα δανικά - dråbe, falde, tår, drop, slip, slippe, droppe
Τυχαίες λέξεις
Στίξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tegnsætning, tegnsætningstegn, skilletegn, tegnsætningen