Στίξη στα ουκρανικά

Μετάφραση: στίξη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акцентувати, перемежовувати, переривати, пунктуація, пунктуация, пунктуацію
Στίξη στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στίξη

στίξη λεξικό, στίξη εισαγωγικά, στίξη κόμμα, η στίξη, βασεόφιλη στίξη, στίξη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στίξη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • στίγμα στα ουκρανικά - заплямувати, їдко, болісно, ганьба, пляму, зіпсувати, болюче, ...
  • στίζω στα ουκρανικά - пунктуально, компостери, спекл
  • στίχος στα ουκρανικά - різносторонність, вірш, стих
  • σταγόνα στα ουκρανικά - упускати, падіння, народитись, крапати, зниження
Τυχαίες λέξεις
Στίξη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: акцентувати, перемежовувати, переривати, пунктуація, пунктуация, пунктуацію