Συνδετήρας στα δανικά

Μετάφραση: συνδετήρας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
klippe, klip, clip, klippet, klips, clips
Συνδετήρας στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνδετήρας

συνδετήρας καλωδίων, κόκκινος συνδετήρας, επιχείρηση συνδετήρας, ομάδα συνδετήρασ, συνδετήρας στα αγγλικά, συνδετήρας λεξικό γλώσσας δανικά, συνδετήρας στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συναφής στα δανικά - sammenhængende, konsekvent, kohærent, en sammenhængende, sammenhæng
  • συνδέω στα δανικά - forene, befæste, forbinde, bånd, binde, tilslutte, oprette forbindelse, ...
  • συνδετικός στα δανικά - bindevæv, binde-, forbindende, forbindelsesdelen, connective
  • συνδρομή στα δανικά - abonnement, indsamling, tegning, abonnementet
Τυχαίες λέξεις
Συνδετήρας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: klippe, klip, clip, klippet, klips, clips