Συνδετήρας στα σουηδικά
Μετάφραση: συνδετήρας, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klämma, clip, klipp, klämman
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνδετήρας
συνδετήρας καλωδίων, κόκκινος συνδετήρας, επιχείρηση συνδετήρας, ομάδα συνδετήρασ, συνδετήρας στα αγγλικά, συνδετήρας λεξικό γλώσσας σουηδικά, συνδετήρας στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- συναφής στα σουηδικά - besläktad, sammanhängande, koherent, konsekvent, enhetlig, enhetligt
- συνδέω στα σουηδικά - skarv, förena, obligation, länk, koppla, ansluta, bifoga, ...
- συνδετικός στα σουηδικά - bind, connective, sammanbindande, bindväv, bindvävs
- συνδρομή στα σουηδικά - prenumeration, abonnemang, prenumerationen, tecknings, teckning
Τυχαίες λέξεις
Συνδετήρας στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: klämma, clip, klipp, klämman
Μεταφράσεις: klämma, clip, klipp, klämman