Σύκα στα δανικά

Μετάφραση: σύκα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
figen, figner, fig, figur, figurerne
Σύκα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύκα

σύκα θερμίδες, σύκα ξερά, σύκα ιδιότητεσ, σύκα λιαστά, σύκα γλυκό του κουταλιού, σύκα λεξικό γλώσσας δανικά, σύκα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σύγχυση στα δανικά - forvirring, forveksling, sammenblanding, forvirringen
  • σύζυγος στα δανικά - ægtemand, partner, kone, hustru, ægtefælle, mand, manden
  • σύλληψη στα δανικά - frygt, skræk, begreb, ængstelse, arrestere, anholde, standse, ...
  • σύμβαση στα δανικά - kontrakt, kontrakten, aftale, aftalen, kontraktens
Τυχαίες λέξεις
Σύκα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: figen, figner, fig, figur, figurerne