Σύνδεση στα δανικά

Μετάφραση: σύνδεση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forbindelse, tilslutning, forbindelsen, sammenhæng
Σύνδεση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύνδεση

σύνδεση υπολογιστή με τηλεόραση, σύνδεση home cinema με τηλεόραση, σύνδεση με δεη, σύνδεση κινητού με τηλεόραση, σύνδεση με κάιρο, σύνδεση λεξικό γλώσσας δανικά, σύνδεση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σύμφωνο στα δανικά - konsonant, konsonanten, stemmer overens
  • σύναξη στα δανικά - forsamling, sværm, varslede, bevy, bande
  • σύνδεσμος στα δανικά - bindeord, link, linket, forbindelse, forbindelsen, sammenhæng
  • σύνδρομο στα δανικά - syndrom, syndromet, syndrome
Τυχαίες λέξεις
Σύνδεση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forbindelse, tilslutning, forbindelsen, sammenhæng