Τέρμα στα δανικά
Μετάφραση: τέρμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ende, udgangen, slutningen, enden, afslutningen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τέρμα
τέρμα ποδοσφαίρου για παιδιά, τέρμα τα παράπονα, τέρμα μικράς ασίας άνω γλυφάδα, τέρμα το διάλειμμα, τέρμα το διάλειμμα lyrics, τέρμα λεξικό γλώσσας δανικά, τέρμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- τέντωμα στα δανικά - strækning, stretch, Stræk, strækningen, strække
- τέρας στα δανικά - umenneske, uhyre, monster, uhyret, monsteret
- τέρψη στα δανικά - glæde, fornøjelse, fryd, delight
- τέσσερα στα δανικά - fire, på fire
Τυχαίες λέξεις
Τέρμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ende, udgangen, slutningen, enden, afslutningen
Μεταφράσεις: ende, udgangen, slutningen, enden, afslutningen