Τραβώ στα δανικά
Μετάφραση: τραβώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tegne, trække, tiltrække, drag, knipse, plunk, af Plunk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τραβώ
τραβώ συνώνυμα, τραβώ καπνό φυσώ καπνό, τραβώ γραμμή, τραβώ перевод, τραβάω κουπί, τραβώ λεξικό γλώσσας δανικά, τραβώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- τρίχα στα δανικά - hår, håret, hair, hårtørrer
- τρίχωμα στα δανικά - pels, skind, pelsværk, hår, håret, hair, hårtørrer
- τραγανιστός στα δανικά - knasende, lidt voldsom, crunching, knaser, voldsom
- τραγελαφικός στα δανικά - grotesk, groteske
Τυχαίες λέξεις
Τραβώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tegne, trække, tiltrække, drag, knipse, plunk, af Plunk
Μεταφράσεις: tegne, trække, tiltrække, drag, knipse, plunk, af Plunk