Τριτεγγύηση στα δανικά
Μετάφραση: τριτεγγύηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
garant, kautionisten, garanten, kautionist, garantistilleren
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριτεγγύηση
τριτεγγύηση επιταγής, τριτεγγύηση σε συναλλαγματική, τριτεγγύηση συναλλαγματικής, τριτεγγύηση λεξικό γλώσσας δανικά, τριτεγγύηση στα δανικά
Μεταφράσεις
- τριπλός στα δανικά - trefoldige, tredobbelt, tredobbelte, tredoblet, tredobling
- τριποδίζω στα δανικά - galop, galoppen, canter
- τριφύλλι στα δανικά - kløver, Clover, kløvergrøn, kløvergræs, kløver-
- τριχωτός στα δανικά - behåret, behårede, meget hår, hår, hårede
Τυχαίες λέξεις
Τριτεγγύηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: garant, kautionisten, garanten, kautionist, garantistilleren
Μεταφράσεις: garant, kautionisten, garanten, kautionist, garantistilleren