Τριτεγγύηση στα ουκρανικά
Μετάφραση: τριτεγγύηση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заставу, застава, гарант, Автогражданка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριτεγγύηση
τριτεγγύηση επιταγής, τριτεγγύηση σε συναλλαγματική, τριτεγγύηση συναλλαγματικής, τριτεγγύηση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τριτεγγύηση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τριπλός στα ουκρανικά - потрійний, втричі, утричі, втроє, утроє
- τριποδίζω στα ουκρανικά - рись, легкий галоп
- τριφύλλι στα ουκρανικά - конюшина, Кальварія, Клевер, конюшину, Клєвєр
- τριχωτός στα ουκρανικά - ворсистий, волосистий, волосатий, волохатий, волохата
Τυχαίες λέξεις
Τριτεγγύηση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заставу, застава, гарант, Автогражданка
Μεταφράσεις: заставу, застава, гарант, Автогражданка