Τσακάλι στα δανικά
Μετάφραση: τσακάλι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sjakal, Jackal, Sjakalen, sjakaler
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσακάλι
τσακάλι wwf, τσακάλι trading co. ltd, τσακάλι ζώο, τσακάλι ελλάδα, τσακάλι φωτογραφίες, τσακάλι λεξικό γλώσσας δανικά, τσακάλι στα δανικά
Μεταφράσεις
- τσίτσιδος στα δανικά - nøgen, bar, splitternøgen, splitternøgne, helt nøgen, nøgne, helt nøgne
- τσαγκάρης στα δανικά - skomager, skomageren, håndskomager, shoemaker, skomagerens
- τσαλαπατώ στα δανικά - gang, trampe, træde, nedtræde, tramper, at trampe
- τσαμπί στα δανικά - klynge, bundt, flok, masse, bunke, klase
Τυχαίες λέξεις
Τσακάλι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sjakal, Jackal, Sjakalen, sjakaler
Μεταφράσεις: sjakal, Jackal, Sjakalen, sjakaler