Τσακάλι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τσακάλι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
чакалот, Чакалот, чакал, чакала
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσακάλι
τσακάλι wwf, τσακάλι trading co. ltd, τσακάλι ζώο, τσακάλι ελλάδα, τσακάλι φωτογραφίες, τσακάλι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τσακάλι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τσίτσιδος στα σλαβομακεδονικά - дијаметрално, остар, Старк, Stark, гола
- τσαγκάρης στα σλαβομακεδονικά - чевлар, кондураџија
- τσαλαπατώ στα σλαβομακεδονικά - газат, згазат, газете, ја газиме, прегазат
- τσαμπί στα σλαβομακεδονικά - куп, букет, еден куп
Τυχαίες λέξεις
Τσακάλι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: чакалот, Чакалот, чакал, чакала
Μεταφράσεις: чакалот, Чакалот, чакал, чакала