Υπνοδωμάτιο στα δανικά
Μετάφραση: υπνοδωμάτιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
soveværelse, værelses, soveværelset, soveværelser, soveværelse med
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπνοδωμάτιο
παιδικό υπνοδωμάτιο, υπνοδωμάτιο διακόσμηση, υπνοδωμάτιο χρώμα, υπνοδωμάτιο ικεα, υπνοδωμάτιο γραφείο, υπνοδωμάτιο λεξικό γλώσσας δανικά, υπνοδωμάτιο στα δανικά
Μεταφράσεις
- υπηρετώ στα δανικά - tjene, betjene, ekspedere, servere, tjener, fungere, at tjene
- υπνάκος στα δανικά - lur, snooze, Udsæt, slumre, på Udsæt
- υποβάλλω στα δανικά - fil, indsende, forelægge, fremsætte, forelægger, indgive
- υποβαθμίζω στα δανικά - nedgradering, nedjustering, nedjusteringen, downgrade, nedgradere
Τυχαίες λέξεις
Υπνοδωμάτιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: soveværelse, værelses, soveværelset, soveværelser, soveværelse med
Μεταφράσεις: soveværelse, værelses, soveværelset, soveværelser, soveværelse med