Υποκατάστημα στα δανικά
Μετάφραση: υποκατάστημα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
filial, gren, afdeling, branchen, branche
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκατάστημα
υποκατάστημα στα αγγλικά, υποκατάστημα τράπεζας πειραιώς, υποκατάστημα πειραιώς, υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας, υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας στην ελλάδα, υποκατάστημα λεξικό γλώσσας δανικά, υποκατάστημα στα δανικά
Μεταφράσεις
- υποθηκεύω στα δανικά - pant, realkreditlån, realkredit, prioritetslån, prioritetsgæld
- υποκαθιστώ στα δανικά - vikar, erstatning, stedfortræder, erstatte, stedet, substitut
- υποκείμενο στα δανικά - fag, emne, tema, underlagt, omfattet, genstand, forbehold
- υποκειμενικός στα δανικά - subjektive, subjektiv, subjektiv holdning, nyttigt, på English
Τυχαίες λέξεις
Υποκατάστημα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: filial, gren, afdeling, branchen, branche
Μεταφράσεις: filial, gren, afdeling, branchen, branche