Φυτεύω στα δανικά
Μετάφραση: φυτεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fabrik, plante, Dibble, af Dibble
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φυτεύω
φυτεύω φακές, φυτεύω τριανταφυλλιές, φυτεύω καρπούζια, φυτεύω πατάτες, φυτεύω καρότα, φυτεύω λεξικό γλώσσας δανικά, φυτεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- φυτίλι στα δανικά - væge, Wick, vægen, i Wick
- φυτεία στα δανικά - plantage, Plantation, plantagen, beplantning, plantager
- φυτοφάγο στα δανικά - planteæder, vegetar, vegetarisk, vegetariske, vegetabilsk
- φυτρώνω στα δανικά - spire, spirer, at spire, spiring
Τυχαίες λέξεις
Φυτεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fabrik, plante, Dibble, af Dibble
Μεταφράσεις: fabrik, plante, Dibble, af Dibble