Χτενίζω στα δανικά
Μετάφραση: χτενίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kæmme, rede, kam, kammen, comb
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χτενίζω
χτενίζω ονειροκρίτης, χτενίζω ή χτενίζω, χτενίζω λεξικό γλώσσας δανικά, χτενίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- χτίστης στα δανικά - murer, Mason, frimurer, i Mason
- χταπόδι στα δανικά - blæksprutte, ottearmet blæksprutte, blæksprutter, octopus, blæksprutten
- χτυπητήρι στα δανικά - beater, tæppebanker, piskeris, pisker, spartel
- χτυπώ στα δανικά - overvinde, hjerteslag, banke, rytme, såre, strejke, slå, ...
Τυχαίες λέξεις
Χτενίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kæmme, rede, kam, kammen, comb
Μεταφράσεις: kæmme, rede, kam, kammen, comb