Χτενίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: χτενίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розчесати, звільняти, нишпорити, зачесати, чесати, чистка, гребінь, гребінець
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χτενίζω
χτενίζω ονειροκρίτης, χτενίζω ή χτενίζω, χτενίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χτενίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- χτίστης στα ουκρανικά - тесля, каменяр, будівельник, тесляр, будівник, муляр, Каменяр, ...
- χταπόδι στα ουκρανικά - восьминіг, осьминог, восьминог, восьминога
- χτυπητήρι στα ουκρανικά - било, била, біло, кидали
- χτυπώ στα ουκρανικά - тіпати, вдаряти, бити, запалювати, добиватись, перемагати, ударяти, ...
Τυχαίες λέξεις
Χτενίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розчесати, звільняти, нишпорити, зачесати, чесати, чистка, гребінь, гребінець
Μεταφράσεις: розчесати, звільняти, нишпорити, зачесати, чесати, чистка, гребінь, гребінець