Χτενίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: χτενίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lóvakaró, fésülés, gereben, fésű, kombinált, fésűt, fésűs, fésűvel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χτενίζω
χτενίζω ονειροκρίτης, χτενίζω ή χτενίζω, χτενίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, χτενίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- χτίστης στα ουγγρικά - építész, kőműves, Mason, falaz, szabadkőműves
- χταπόδι στα ουγγρικά - polip, octopus, a polip, polipot, polipok
- χτυπητήρι στα ουγγρικά - légycsapó, suhintás, cséplőmunkás, verő, habverő, beater
- χτυπώ στα ουγγρικά - dobbanás, vándormunkás, oldalvágás, találat, rablótámadás, körjárat, pumpoló, ...
Τυχαίες λέξεις
Χτενίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: lóvakaró, fésülés, gereben, fésű, kombinált, fésűt, fésűs, fésűvel
Μεταφράσεις: lóvakaró, fésülés, gereben, fésű, kombinált, fésűt, fésűs, fésűvel