Παύω στα αγγλικά

Μετάφραση: παύω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cease, pause, depose, desist, incessantly
Παύω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: παύω

stop
  • σταθμεύω
  • σταματώ
  • παύω
  • μένω
cease
  • παύω
  • διακόπτω
  • σταματώ
pause
  • παύω
  • σταματώ
  • διστάζω
depose
  • εκθρονίζω
  • παύω
  • καταθέτω σαν μάρτυρας
desist
  • απέχω
  • παραιτούμαι
  • παύω

Σχετικές λέξεις: παύω

παύω συνώνυμα, ποιω παράγωγα, παύω πλέον να σε νοιάζομαι, παύουν πλέον να σε νοιάζομαι δε σε χρειάζομαι, παύω κλίση, παύω λεξικό γλώσσας αγγλικά, παύω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • παχύσαρκος στα αγγλικά - obese, corpulent, obese is
  • παύση στα αγγλικά - pause, ebb, cessation, stop, dismissal, suspension
  • πείθω στα αγγλικά - persuade, sway, convince, talk into, persuading
  • πείνα στα αγγλικά - hunger, famine, starvation, hungry, starving
Τυχαίες λέξεις
Παύω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: cease, pause, depose, desist, incessantly