Χύνω στα δανικά
Μετάφραση: χύνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fald, kaste, stald, skur, udgydt, kastet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χύνω
χύνω λεξικό γλώσσας δανικά, χύνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- χόνδρος στα δανικά - fedtstof, fedt, fed, tyk, Brusk, brusken, Cartilage, ...
- χόρτο στα δανικά - græs, græsset, græsgrøn, grass, grønt
- χώμα στα δανικά - jord, land, jorden, jordbunden, jordens, jordbund
- χώνεψη στα δανικά - fordøjelse, fordøjelsen, spaltning, nedbrydning, udrådning
Τυχαίες λέξεις
Χύνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fald, kaste, stald, skur, udgydt, kastet
Μεταφράσεις: fald, kaste, stald, skur, udgydt, kastet