Λέξη: ενυδρείο

Σχετικές λέξεις: ενυδρείο

ενυδρείο καστοριάς, ενυδρείο αθήνας, ενυδρείο μυλοποτάμου, ενυδρείο αθήνα, ενυδρείο live, ενυδρείο ρόδου, ενυδρείο κωνσταντινούπολη, ενυδρείο βαρκελώνης, ενυδρείο βυρώνειας, ενυδρείο κρήτης

Συνώνυμα: ενυδρείο

ιχθυοτροφείο

Μεταφράσεις: ενυδρείο

ενυδρείο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aquarium, tank, the aquarium, an aquarium

ενυδρείο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acuario, del acuario, acuario de, de acuario, acuarios

ενυδρείο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aquarium, Aquarium, Aquarien, Aquariums

ενυδρείο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aquarium, l'aquarium, d'aquarium, aquariums

ενυδρείο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acquario, dell'acquario, acquari, aquarium, acquario di

ενυδρείο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aquário, do aquário, aquarium, aquário de, de aquário

ενυδρείο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aquarium, het aquarium, aquarium van, een aquarium

ενυδρείο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аквариум, аквариума, Aquarium, аквариуме, аквариумных

ενυδρείο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
akvarium, Aquarium, akvariet

ενυδρείο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
akvarium, Aquarium, akvariet

ενυδρείο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
akvaario, Aquarium, Akvaariot, akvaarion, akvaariossa

ενυδρείο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
akvarium, Aquarium, akvariet, akvarie, Akvarier

ενυδρείο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
akvárium, akvarijní, akvária, akváriu, aquarium

ενυδρείο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
akwarium, aquarium, akwaria, akwariach

ενυδρείο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
akvárium, Aquarium, akváriumban, akváriumi

ενυδρείο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
akvaryum, Aquarium, Akvaryumu, Bahçesi, bir akvaryum

ενυδρείο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акваріум, аквариум

ενυδρείο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
akuarium, Akuariumi, Aquarium, akuariumi të, Akuariumi i

ενυδρείο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
аквариум, аквариума, аквариумни, аквариуми

ενυδρείο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
акварыум, Акварыюм, акварыўм

ενυδρείο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
akvaarium, akvaariumi, Aquarium, akvaariumis, akvaariumi-

ενυδρείο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
akvarij, akvarijum, Aquarium, akvarija, akvarijske

ενυδρείο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fiskabúr, Sædýrasafnið, sædýrasafn, Aquarium, Sædýrasafnið í

ενυδρείο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
akvariumas, akvariumo, Aquarium, akvariumą, akvariumų

ενυδρείο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
akvārijs, Aquarium, akvāriju, akvārija

ενυδρείο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
аквариум, аквариуми, аквариумот, aquarium

ενυδρείο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
acvariu, acvarii, de acvariu, aquarium, acvariului

ενυδρείο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
akvarij, aquarium, akvarijske, akvarija, akvariju

ενυδρείο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
akvárium, aquarium

Στατιστικά δημοτικότητας: ενυδρείο

Τυχαίες λέξεις