Ύπαρχος στα δανικά
Μετάφραση: ύπαρχος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
partner, ægtefælle, styrmand, første mate, styrmand i, styrmanden, førstestyrmand
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ύπαρχος
ύπαρχος λεξικό γλώσσας δανικά, ύπαρχος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ύμνος στα δανικά - salme, hymne, hymnen, nationalsang
- ύπαρξη στα δανικά - eksistens, eksistensen, foreligger, findes, der foreligger
- ύπερος στα δανικά - støder, pistil, pestle, støderen, morter
- ύπνος στα δανικά - sove, slummer, søvn, sleep, sover
Τυχαίες λέξεις
Ύπαρχος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: partner, ægtefælle, styrmand, første mate, styrmand i, styrmanden, førstestyrmand
Μεταφράσεις: partner, ægtefælle, styrmand, første mate, styrmand i, styrmanden, førstestyrmand