Αεροζόλ στα εσθονικά
Μετάφραση: αεροζόλ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aerosool, aerosooli, aerosoolide, aerosoolina, aerosol
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αεροζόλ
αεροζόλ ορισμός, αεροζόλ 220gr, γεννήτρια αεροζόλ, αεροζόλ λεξικό γλώσσας εσθονικά, αεροζόλ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αεριωθούμενο στα εσθονικά - reaktiivmootor, pihusti, juga, JET, reaktiivlennukite, joa, reaktiivkütus
- αεροδρόμιο στα εσθονικά - lennujaam, lennujaama, lennujaamast, lennujaamast hotelli, lennujaamast hotelli ja
- αερολογώ στα εσθονικά - võltsima, Tolm, hölynpölyä, Rääkida puidu heina, Hölynpöly, sõnakõlksudest ja lobast
- αερομεταφερόμενος στα εσθονικά - lendav, õhus, Airborne, Õhusõidukite, õhudessantvarustus, õhus kasutatavad
Τυχαίες λέξεις
Αεροζόλ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: aerosool, aerosooli, aerosoolide, aerosoolina, aerosol
Μεταφράσεις: aerosool, aerosooli, aerosoolide, aerosoolina, aerosol