Αεροζόλ στα λιθουανικά
Μετάφραση: αεροζόλ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aerozolio, aerozolis, aerozolių, aerozolinės, aerozolį
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αεροζόλ
αεροζόλ ορισμός, αεροζόλ 220gr, γεννήτρια αεροζόλ, αεροζόλ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αεροζόλ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αεριωθούμενο στα λιθουανικά - reaktyvinis, srove, Jet, reaktyvinių, reaktyviniai
- αεροδρόμιο στα λιθουανικά - aerouostas, aerodromas, oro uostas, Airport, oro, oro uosto, iš oro
- αερολογώ στα λιθουανικά - pliaukšti, nesąmonė, seilėtis, kvailos kalbos, pliauškimas
- αερομεταφερόμενος στα λιθουανικά - aviacinė, ore, Airborne, ore sklindančio, Skraidymo aparatų borto
Τυχαίες λέξεις
Αεροζόλ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aerozolio, aerozolis, aerozolių, aerozolinės, aerozolį
Μεταφράσεις: aerozolio, aerozolis, aerozolių, aerozolinės, aerozolį