Ακτινοβολώ στα εσθονικά

Μετάφραση: ακτινοβολώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
radiaalne, kiirgama, sädelema, Glitter, sära, sätendama, sädelus
Ακτινοβολώ στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακτινοβολώ

ακτινοβολώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, ακτινοβολώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ακτιβισμός στα εσθονικά - aktiivsus, Kodanikualgatus, aktivism, Activism, aktivismi, seotud aktiivsus
  • ακτινοβολία στα εσθονικά - kiiritus, radiatsioon, kiirgus, projektsioon, kiirguse, kiirgusega, kiirgust
  • ακτινοβόλος στα εσθονικά - kiirgav, särav, kiirgusega, radiant, kiirgustundlikkus, kiirgava
  • ακυρότητα στα εσθονικά - invaliidsus, paikapidamatus, kehtetus, tühisus, tühisuse, tühisust, õigustühisuse, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακτινοβολώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: radiaalne, kiirgama, sädelema, Glitter, sära, sätendama, sädelus