Ακτινοβολώ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ακτινοβολώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
radiar, irradiar, raça, brilho, de glitter, brilhar, resplendor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακτινοβολώ
ακτινοβολώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ακτινοβολώ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ακτιβισμός στα πορτογαλικά - ativismo, activismo, o activismo, o ativismo
- ακτινοβολία στα πορτογαλικά - plano, projectos, projecto, traçado, radiações, radiação, de radiação, ...
- ακτινοβόλος στα πορτογαλικά - radiante, brilhante, radiantes, radiação, radiosa
- ακυρότητα στα πορτογαλικά - nulidade, de nulidade, anulação, invalidade, a nulidade
Τυχαίες λέξεις
Ακτινοβολώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: radiar, irradiar, raça, brilho, de glitter, brilhar, resplendor
Μεταφράσεις: radiar, irradiar, raça, brilho, de glitter, brilhar, resplendor