Αναπληρωτής στα εσθονικά
Μετάφραση: αναπληρωτής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
asetäitja, aseesimees, aseesimehe, asetäitjal, asetäitjana
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπληρωτής
αναπληρωτής διευθυντής σχολικής μονάδας, αναπληρωτής καθηγητής στα αγγλικά, αναπληρωτής υπουργός οικονομικών, αναπληρωτής υπουργός περιβάλλοντος ενέργειας και κλιματικής αλλαγής, αναπληρωτής προϊστάμενος, αναπληρωτής λεξικό γλώσσας εσθονικά, αναπληρωτής στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αναπηρία στα εσθονικά - võimetus, puue, töövõimetus, puude, puuete, puudega, puudest
- αναπληρωματικός στα εσθονικά - asendama, mäng, substractional
- αναπληρώ στα εσθονικά - kosutama, asetäitjana tegutsema, asendaja, asenduse, asendama, asetäitjana
- αναπληρώνω στα εσθονικά - heastama, tasuma, kompenseerima, asendama, asendaja, asetäitjana, asendavatele parlamendiliikmetele, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπληρωτής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: asetäitja, aseesimees, aseesimehe, asetäitjal, asetäitjana
Μεταφράσεις: asetäitja, aseesimees, aseesimehe, asetäitjal, asetäitjana