Αντιδιαστολή στα εσθονικά
Μετάφραση: αντιδιαστολή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
Erinevalt, Erinevalt sellest, vastandina, vastanduses, Järsk erinevus
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδιαστολή
αντιδιαστολή συνώνυμα, αντιδιαστολή ετυμολογία, αντιδιαστολή λεξικό γλώσσας εσθονικά, αντιδιαστολή στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αντιγράφω στα εσθονικά - kopeerima, eksemplar, käsikiri, koopia, koopiat, kopeeri, koopiad, ...
- αντιγραφή στα εσθονικά - kopeeriv, kopeerimine, koopia, koopiat, kopeeri, koopiad, eksemplari
- αντιδραστήρας στα εσθονικά - reaktor, reaktori, reaktorisse, reaktoris, reaktorite
- αντιδρώ στα εσθονικά - reageerima, reageerida, reageerivad, reageeri, reageerib
Τυχαίες λέξεις
Αντιδιαστολή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: Erinevalt, Erinevalt sellest, vastandina, vastanduses, Järsk erinevus
Μεταφράσεις: Erinevalt, Erinevalt sellest, vastandina, vastanduses, Järsk erinevus