Ιδιόμορφος στα εσθονικά

Μετάφραση: ιδιόμορφος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ainsus, singular, omane, iseäralik, omapärane, kummaline, omapärase
Ιδιόμορφος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιδιόμορφος

ιδιόμορφος αγγλικά, ιδιόμορφος δανεισμός, ιδιόμορφος πίνακας, ιδιόμορφος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ιδιόμορφος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ιδιοτελής στα εσθονικά - isekas, ise, füüsilisest isikust, füüsilisest, enda
  • ιδιωτικός στα εσθονικά - omavaheline, reamees, isiklik, era-, privaatne, erasektori, privaatsõnum, ...
  • ιδιότητα στα εσθονικά - atribuut, omistama, kinnisvara, vara, omandi, pakkumisega, majutuskoht
  • ιδιότροπος στα εσθονικά - nuuksuma, tujukas, ohkima, ebardlik, tihkuma, Eriskummainen, veidrad, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιδιόμορφος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ainsus, singular, omane, iseäralik, omapärane, kummaline, omapärase