Καρπαζώνω στα εσθονικά

Μετάφραση: καρπαζώνω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kõrvakiil, äsama, hoop, nael, mõjuvõimu, võimu, mõjuvõim, mõjujõudu
Καρπαζώνω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρπαζώνω

καρπαζώνω λεξικό γλώσσας εσθονικά, καρπαζώνω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • καρούμπαλο στα εσθονικά - muhk, müks, kokkupõrge, nupp, nuppu, nupu, knob, ...
  • καρπαζιά στα εσθονικά - musitama, äsama, hoop, laksama, mekk, kõrvakiil, nael, ...
  • καρποφόρος στα εσθονικά - viljakas, viljakat, viljaka, viljakaks, viljakad
  • καρπός στα εσθονικά - vili, puuvili, puu-, puu, puuviljad
Τυχαίες λέξεις
Καρπαζώνω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kõrvakiil, äsama, hoop, nael, mõjuvõimu, võimu, mõjuvõim, mõjujõudu