Κορδέλα στα εσθονικά
Μετάφραση: κορδέλα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pael, lint, lindi, paela, lindiga, ribbon
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορδέλα
κορδέλα λινάτσα, κορδέλα για μαλλιά, κορδέλα δαντέλα, κορδέλα του αγίου γεωργίου, κορδέλα σωλήνας για κουφέτα, κορδέλα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κορδέλα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κοράλλι στα εσθονικά - korall, korallide, korallid, korallist, koralli
- κορίτσι στα εσθονικά - tüdruk, girl, tüdruku, tüdrukut
- κορδόνι στα εσθονικά - nöör, pesusamet, kingapael, pael, juhe, juhtmest, nööri
- κορεσμός στα εσθονικά - ülesöömine, üleküllastus, küllastus, küllastumine, küllastuse, küllastumise, küllastust
Τυχαίες λέξεις
Κορδέλα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pael, lint, lindi, paela, lindiga, ribbon
Μεταφράσεις: pael, lint, lindi, paela, lindiga, ribbon