Μίασμα στα εσθονικά
Μετάφραση: μίασμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saastumine, reostus, mädanikuaur, miasm, mädanikuaurule, Lamauttava mõju, Mürgise auru
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μίασμα
συφιλιδικό μίασμα, μίασμα wiki, μίασμα βικιπαιδεια, μίασμα ορισμός, μίασμα συνωνυμο, μίασμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, μίασμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μήτρα στα εσθονικά - üsk, emakas, maatriks, maatriksi, maatriksis, maatriksit, põhiaine
- μίγμα στα εσθονικά - segu, mikstuur, ühendama, ristama, elavhõbesegu, segus, seguga, ...
- μίζα στα εσθονικά - süttimine, starter, starteri, käiviti, startija, juuretis
Τυχαίες λέξεις
Μίασμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: saastumine, reostus, mädanikuaur, miasm, mädanikuaurule, Lamauttava mõju, Mürgise auru
Μεταφράσεις: saastumine, reostus, mädanikuaur, miasm, mädanikuaurule, Lamauttava mõju, Mürgise auru