Ρινόκερος στα εσθονικά
Μετάφραση: ρινόκερος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ninasarvik, kõlisev münt, Rhino, ninasarviku
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρινόκερος
ρινόκερος και κόκορας, ρινόκερος εισιτήρια, ρινόκερος θησείο, ρινόκερος ασκληπιού, ρινόκερος κριτική, ρινόκερος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ρινόκερος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ριγώ στα εσθονικά - lõdisema, värisema, judder
- ριζικός στα εσθονικά - radikaalne, radikaal, radikaalseid, radikaalset, radikaalse
- ρισκάρω στα εσθονικά - riskeerima, õnnemäng, risk, riski, oht, ohtu, riskide
- ριχτός στα εσθονικά - voolamine, voolav, purskav, ujuk, Float, Kuumpoleeritud, Floatklaas, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρινόκερος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ninasarvik, kõlisev münt, Rhino, ninasarviku
Μεταφράσεις: ninasarvik, kõlisev münt, Rhino, ninasarviku