Ρινόκερος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ρινόκερος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
носорог, носорогот, носорозите, rhino, носорози
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρινόκερος
ρινόκερος και κόκορας, ρινόκερος εισιτήρια, ρινόκερος θησείο, ρινόκερος ασκληπιού, ρινόκερος κριτική, ρινόκερος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ρινόκερος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ριγώ στα σλαβομακεδονικά - треперење на сликата, треперењето, на треперење на сликата, тресење
- ριζικός στα σλαβομακεδονικά - радикални, радикалните, радикален, радикалната, радикално
- ρισκάρω στα σλαβομακεδονικά - ризик, ризикот, на ризик, на ризикот, ризици
- ριχτός στα σλαβομακεδονικά - Носете, плови, Лебди, пливачки, лебдат
Τυχαίες λέξεις
Ρινόκερος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: носорог, носорогот, носорозите, rhino, носорози
Μεταφράσεις: носорог, носорогот, носорозите, rhino, носорози