Στίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: στίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
täpp, speckle, tähn, Koma, Laik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στίζω
στίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, στίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- στήριγμα στα εσθονικά - toetus, tugi, paar, traksidega, rinnatükiga, paaride
- στίγμα στα εσθονικά - häbimärk, osutama, punkt, kahjustama, iluviga, pöörmesulg, plekk, ...
- στίξη στα εσθονικά - kirjavahemärgistus, kirjavahemärgid, kirjavahemärkide, kirjavahemärke, kirjavahemärgi
- στίχος στα εσθονικά - värss, salm, värsirida, salmis, salmi, värsis
Τυχαίες λέξεις
Στίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: täpp, speckle, tähn, Koma, Laik
Μεταφράσεις: täpp, speckle, tähn, Koma, Laik