Αναισθησία στα ισλανδικά

Μετάφραση: αναισθησία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
svæfing, svæfingu, svæfingar, deyfing, deyfingu Meðferð með
Αναισθησία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναισθησία

αναισθησία τύπου σέλας, αναισθησία με μέθη, αναισθησία σε παιδιά, αναισθησία και εγκυμοσύνη, αναισθησία κίνδυνοι, αναισθησία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναισθησία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναιμικός στα ισλανδικά - blóðleysi, anemic
  • αναιρώ στα ισλανδικά - recant
  • ανακάλυψη στα ισλανδικά - fundur, uppgötvun, Uppgötvunin, Discovery
  • ανακαίνιση στα ισλανδικά - viðgerð, endurnýjun, Endurbótum, um endurnýjun, endurbætur
Τυχαίες λέξεις
Αναισθησία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: svæfing, svæfingu, svæfingar, deyfing, deyfingu Meðferð með