Αναισθησία στα ουκρανικά

Μετάφραση: αναισθησία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
анестезія
Αναισθησία στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναισθησία

αναισθησία τύπου σέλας, αναισθησία με μέθη, αναισθησία σε παιδιά, αναισθησία και εγκυμοσύνη, αναισθησία κίνδυνοι, αναισθησία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναισθησία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αναιμικός στα ουκρανικά - недокрівний, анемічний, неживий, слабий, слабкий, анемічне, анемічного
  • αναιρώ στα ουκρανικά - перепродаж, спростування, відрікатися, зрікатися, відмовлятися, отрекаться, відрікатись
  • ανακάλυψη στα ουκρανικά - розкривання, виявляння, виявлення, відкриття
  • ανακαίνιση στα ουκρανικά - освіжати, оновлювати, обновляти, відновлювати, ремонт, ремонту
Τυχαίες λέξεις
Αναισθησία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: анестезія