Απλώνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: απλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dreifa, suffuse
Απλώνω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλώνω

απλώνω in english, απλώνω την αρίδα μου, απλώνω τα ρούχα, απλώνω χέρι, απλώνω ρούχα english, απλώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απλώνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • απλότητα στα ισλανδικά - einfaldleiki, einfaldleika, einfaldleikinn, einfaldur
  • απλώνομαι στα ισλανδικά - vaxtaálag, Verðbil kaup- og sölutilboða, Skuldatryggingarálag íslensku bankanna, spread, hefur álag
  • απλώς στα ισλανδικά - einfaldlega, einfaldlega að, bara, því einfaldlega
  • αποβάθρα στα ισλανδικά - bryggja, bryggjan, PIER, bryggju, bryggjunni
Τυχαίες λέξεις
Απλώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dreifa, suffuse