Απλώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: απλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
простягнути, розгорнений, розповсюджувати, заливати, заливатимуть, заливатиме
Απλώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλώνω

απλώνω in english, απλώνω την αρίδα μου, απλώνω τα ρούχα, απλώνω χέρι, απλώνω ρούχα english, απλώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απλώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • απλότητα στα ουκρανικά - наївність, простота, скромно, простодушність, скромність
  • απλώνομαι στα ουκρανικά - розтягнути, розтягати, розтягнутися, розтягатися, Спреди, розвороти
  • απλώς στα ουκρανικά - простій, очевидний, нерозумно, глупо, дурно, простої, легко-легко, ...
  • αποβάθρα στα ουκρανικά - докою, контрфорс, обрубувати, дока, стовп, тремтячий, бик, ...
Τυχαίες λέξεις
Απλώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: простягнути, розгорнений, розповсюджувати, заливати, заливатимуть, заливатиме