Αυλητής στα ισλανδικά

Μετάφραση: αυλητής, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Piper, Piper verksmiðjurnar
Αυλητής στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλητής

αθλητής στα αγγλικά, αυλητής της κέρου, αυλητήσ του χάμελιν, αυλητής κέρου, αυλητής και παππουλάνθρωπος, αυλητής λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυλητής στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυλαία στα ισλανδικά - gardína, gluggatjald, fortjald, Curtain, GardÃ, fortjaldið, Tjaldið
  • αυλακώνω στα ισλανδικά - Furrow
  • αυλικός στα ισλανδικά - courtier
  • αυλόπορτα στα ισλανδικά - hlið, hliðið, Gate, hliðinu
Τυχαίες λέξεις
Αυλητής στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Piper, Piper verksmiðjurnar