Αφέλεια στα ισλανδικά

Μετάφραση: αφέλεια, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
naivety
Αφέλεια στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφέλεια

αφέλια συνταγή, αφέλεια ετυμολογία, αφέλεια λεξικό, αφέλεια ορισμός, αφέλεια συνώνυμο, αφέλεια λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αφέλεια στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυχένας στα ισλανδικά - háls, hálsi, hálsinn, í hálsi
  • αφάνα στα ισλανδικά - áberandi, inconspicuous
  • αφέντης στα ισλανδικά - bóndi, húsbóndi, herra, skipstjóri, meistara, skipstjóra
  • αφέτης στα ισλανδικά - ræsir, þráðar, startara, Starter, byrjenda
Τυχαίες λέξεις
Αφέλεια στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: naivety