Γνώση στα ισλανδικά
Μετάφραση: γνώση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vitorð, þekking, þekkingu, þekkingar, vitneskja, þekkingarstjórnun
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γνώση
γνώση ξένης γλώσσας, γνώση sap, γνώση και σοφία, γνώση γνωμικά, γνώση & συνεργασία, γνώση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γνώση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γνώρισμα στα ισλανδικά - lögun, eiginleiki, aðgerð, þáttur, eiginleika
- γνώσεις στα ισλανδικά - vitorð, þekking, þekkingu, þekkingar, vitneskja, þekkingarstjórnun
- γογγύζω στα ισλανδικά - grouch
- γοητευτικός στα ισλανδικά - sækja, aðlaðandi, að sækja, ná í, að ná í
Τυχαίες λέξεις
Γνώση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vitorð, þekking, þekkingu, þekkingar, vitneskja, þekkingarstjórnun
Μεταφράσεις: vitorð, þekking, þekkingu, þekkingar, vitneskja, þekkingarstjórnun