Γόνος στα ισλανδικά
Μετάφραση: γόνος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
scion
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γόνος
γόνος εφοπλιστικής οικογένειας, γόνος καλαμάρι, γόνος ετυμολογία, γόνος γονιός, γόνος μέλισσας, γόνος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γόνος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γόνδολα στα ισλανδικά - Gondola, kláfinn, gondóla
- γόνιμος στα ισλανδικά - frjósöm, frjósamur, frjó, frjósamt, barneignaraldri
- γύπας στα ισλανδικά - gammur, Vulture
- γύρη στα ισλανδικά - frjókorn, Pollen, frjókornum
Τυχαίες λέξεις
Γόνος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: scion
Μεταφράσεις: scion